Χρύσα Αλεξίου [IV ποιήματα]

(Ι)
δεν έχω
το κλειδί
να ανοίξω την πόρτα
έβαλα μια
φωτογραφία
δίπλα στο τίποτα
ζω
με το δόλωμα
στα μάτια
ίσως σε ονειρευτώ
απόψε πατέρα

***

(ΙΙ)
τα παιδιά
είχαν μπαράκι
κάτω απ΄το βουνό
δίπλα στο ρέμα
ο μύλος του Θανάση
πηγαίναμε
ένας ένας
χωριστά
κατάδικοι
έξω το χιόνι
μιλούσε στο παράθυρο
για μια τυχαία
συνάντηση
την παρέα
που μύριζε
ρίγανη

***

(ΙΙΙ)
ανταμώναμε συχνά στο καφενείο
εμείς οι πέντε
Αλεξάνδρα, Ιφιγένεια,  Ιωάννα
Mαρία
γύρω από ένα ξύλινο πάγκο
φρέσκιες γαρδένιες
με ένα ελαφρό μειδίαμα
στο στόμα
ούτε που ξέρουμε
γιατί σφίξαμε τα χέρια
γρήγορα και στα κρυφά
μιλήσαμε
για την
μεγάλη τρύπα
η Αλεξάνδρα
χόρευε
ένα βαρύ ζεμπέκικο
πάντα στις πέντε το πρωί
δε λες κουβέντα
γιατί το σώμα
γέρνει
στα παλαμάκια

***

(IV)
στο μπαλκόνι
κρέμεται
μια κούκλα
έξω βρέχει
χαλάει ο καιρός
στο κέντρο
στάζει μια λίμνη
στις όχθες
ξαπλωμένοι
άγνωστοι εραστές
πόσους ανθρώπους
σκότωσα
για να μπορώ
να γράψω αυτό
το ποίημα

***


Artwork: Αλεξάνδρα Μάντζαρη

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Χρύσα Αλεξίου [IV ποιήματα]

Add yours

  1. (III)
    spesso torniamo al bar
    noi cinque
    Alexandra, Ifigenia, Ioanna
    Maria
    intorno ad una panca di legno;
    Una gardenia fresca
    con un leggero odore
    in bocca;
    Non sappiamo
    perché abbiamo stretto le mani
    veloci e nascoste,
    abbiamo parlato
    Attraverso un
    grande foro.
    Alexandra ha
    danzato
    uno zembekiko greve,
    sempre alle cinque del mattino,
    non dicevi una parola
    perché il corpo
    pendendeva
    nel battere le mani

    (Trad. mia dal greco)
    Grazie Riccarda Miriam Giraudi

    Αρέσει σε 1 άτομο

Σχολιάστε

Start a Blog at WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε