Νίκος Λέκκας | Της Σταυροπροσκυνήσεως ανεπίκαιρα | audio

του Σταύρου δικαιωματικά…

Η Σωτήρια Μπέλλου, όταν έφυγε από την άχαρη Χαλκίδα – όπως χρόνια αργότερα και η Μαλβίνα αλλά και η Κατερίνα Μάτσα και ο Θάνος Αλεξανδρής – γύρισε και είπε στους δικούς της: «Φεύγω και κάποια μέρα θα επιστρέψω μεγάλη και τρανή…». Κι έφυγε μέσα σ’ ένα βαγόνι τρένου – τίγκα στους φαντάρους – στην αρχή του πολέμου του ’40: Οκτώβρης, την 28η μέρα.

Μεγάλη και τρανή έγινε· στη Χαλκίδα ποτέ δεν γύρισε. Ήταν απλά η περιπλανώμενη Σωτηρία· μουνάρα, όσο η Ρόζα, η Μαρίκα και η Φλέρυ, αλλά και η Ρίτα (Αμπατζή και Σακελλαρίου), η Γεωργία (Μητάκη), η Καίτη (Ντάλλη) – η τελευταία ανώνυμη αρτίστα της πίστας, της μπάρας, όσο και οι παλιοί Μελανζέ της επιθεώρησης, που μόνο ένας Βαγγέλης Κολώνας, κρατά ακόμα το είδος, πριν κι αυτό χαθεί ανεπιστρεπτί… και δεν προστεθεί στην ιστορία της επιθεώρησης, που πλήρης δεν ξέρω αν θα γραφτεί ποτέ, και πόσα από αυτά τα αθησαύριστα έχουν σωθεί, στη μνήμη και σε μηχανήματα – μουνάρα παντοτινή αν και στα κουτσομπολιά χαρακτηρισμένη αρσενικοθήλυκο.

Πάντως σώθηκε το εξής σημαντικό: Να τραγουδά η Μπέλλου και να χορεύει υποβασταζόμενος ο Τσαρούχης· ένας από τους ελάχιστους άντρες στον τόπο, που εξήγησε γιατί θεωρούσε τον εαυτό του και τη προσωπικότητά του ως μια άκρως περιθωριακή περσόνα· ειδικά στα χρόνια του Παρισιού.

Οι δάφνες για τη Σωτηρία, έναν Αύγουστο ήρθαν από το Παρίσι. Και συγκεκριμένα από τη παγκοσμίου κύρους και φήμης Monde: «Πέθανε η Παναγία των περιθωριακών Ελλήνων· όλα τα εγκόσμια  τα έκανε τον ίδιο μήνα: Γενέθλια, Γιορτή, Θάνατος».

Στη Χαλκίδα δεν γύρισε ποτέ: όπως καμιά αρτίστα δεν πρέπει να γυρνά με στέμμα στο τόπο της, σ’ ένα τόπο που πριν το στέμμα την ξέρασε· δεν το επέτρεπε στον εαυτό της. Το μόνο που επέτρεπε· να βοηθά: Μένοντας πάντα υποφανής, στο περιθώριο, από το περιθώριο.

Και στα χρόνια της πίκρας· γιατί έρχονται και αυτά τα γαμημένα, τραγούδησε το θρυλικό και το ακραίο:

Με ρίξατε έναν παρά 
και με συκοφαντήσατε
αδέρφια φίλοι συγγενείς
κακία μίσος δείξατε.

Για μένα το καλό παιδί
που πάντα τα λεφτά μου
τα χάλαγα για πάρτι σας
απ’ την καλή καρδιά μου.

Εσείς γλεντάτε τη ζωή
κι εγώ μπατίρης τριγυρνώ
ποτέ κανείς δεν ρώτησε
πού βρίσκομαι και πως περνώ.

Με ρίξατε έναν παρά
και με περιφρονήσατε
αδέρφια φίλοι συγγενείς
όλα τα λησμονήσατε.

Στίχοι: Χαράλαμπος Βασιλειάδης

Όσο το τραγούδι θυμίζει σπίτι· σπίτι φτωχό, η λέξη που το συνοδεύει: θαλπωρή· σηκώνει πολύ νερό στο κρασί…

Μες στα βαριά, βαριά μεσάνυχτα
η πόρτα μου, η πόρτα μου χτυπάει.
Δε φαίνεται όμως κανείς.
Ποιος να ’ναι, τι, ποιος να ’ναι, τι ζητάει;
Στο σπίτι αυτό, στο σπίτι αυτό τ’ αραχνιασμένο
τι έχω πια, τι έχω πια να περιμένω;

Δεν έχω μά, μάνα κι αδερφούς
για να τους πε, για να τους περιμένω.
Έλιωσα στο κρεβάτι μου,
το Χάρο πια, το Χάρο πια προσμένω.
Και του τοί, και του τοίχου το ρολόι
αρχινά, αρχινά το μοιρολόι.

Σώσε με, Πα, Παναγία μου,
τα νιάτα μου, τα νιάτα μου λυπήσου.
Διώξε το Χάρο απ’ την αυλή
να μην τον α, να μην τον αντικρίσω.
Και του τοί, και του τοίχου το ρολόι
αρχινά, αρχινάει το μοιρολόι.

Στίχοι: Κώστας Μάνεσης

Μια Σωτηρία ΚΚΕ· αιώνες μπροστά από τον συντηρητισμό του ΚΚΕ που όσο κι αν ήταν αντάρτισσα· η βάση εξολοκλήρου τη λάτρευε και η ηγεσία τη μισούσε. Kι εδώ προς τιμή του, εξαιρείται ο Χαρίλαος  που στο τέλος δεν ήθελε να ακούσει: λέξη για κουμμουνισμό, λέξη για αναρχία, λέξη για πολιτική γενικά· όπως οι περισσότεροι.

Όσο για την ομοφυλοφιλία και τους πούστηδες του παλιού γίγνεσθαι – γιατί με τους νέους, του σημερινού καιρού και των ημερών μας· κάτι με μαγκώνει – μόνο οι φασίστες τους αγάπησαν και τους δέχτηκαν – στις ταβέρνες πρωτίστως – με μια κρυφή λιγούρα για το άτομό τους. Κι όπως γράφτηκε και για την Κατερίνα Γώγου· οργανωμένη τροτσκίστρια πρώτα και μετά αναρχικιά: τα κόμματα σε συνεργασία με τους απολιτικούς, το χρυσάφι  – αυτών των εξαιρετικά σπάνιων γυναικών – τους το γύρισαν σκουριά· μια αρχαία σκουριά που μόνο η Μάρω Δούκα ήταν αυτή που την εξήγησε δημόσια, σφηνωμένη σε απαρχαιώμενα μυαλά που το παίζουν πατριώτες· όχι μόνο δεν αγαπάν τον άνθρωπο τον διαφορετικό αλλά ούτε και τον όμοιό τους· ίδιοι μ’ αυτά τα ανθρωπάρια που ρίχνουν εθνικοπατριωτικά τρικάκια – λόγω και ημέρας – και προσκυνάνε φουστανέλες, χωρίς να έχουν ιδέα από Επανάσταση: ποτέ δεν κάναν Επανάσταση Εντός· πότε δεν τους εξανθρώπισε ο Έρωτας· ούτε ποτέ επαναστάτησαν για τον Έρωτα και για οποιοδήποτε άλλο ευγενές αίσθημα. Γιατί από εκεί ξεκινάν τα πάντα: Εκ των έσω… έστω και με σχεδόν κατάκοιτο το συναίσθημα, σήμερα ανήμερα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Φωτογραφία: Σωτηρία Μπέλλου (1921 – 1997)· Ελληνίδα τραγουδίστρια, μία από τις κορυφαίες του λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού.

Σχολιάστε

Start a Blog at WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε