Νάνση Εξάρχου | Λουτρά ο Παράδεισος

Νάνση Εξάρχου: Αντσούγιες – Νανοδιηγήματα | Θεσσαλονίκη 2019

Γεννήθηκα κι έζησα τα πρώτα επτά χρόνια της ζωής μου στην καρδιά της Θεσσαλονίκης, στην οδό Αριστοτέλους, δυο βήματα από την αγορά Μοδιάνο και τα παλιά χαμάμ. Παρ’ όλο που το διαμέρισμα ήταν κεντρικό, δεν είχε κεντρική θέρμανση, στο μπάνιο δεν είχε ντους, ούτε μπανιέρα, ούτε καν ζεστό νερό.
Για την καθημερινή μας λάτρα χρησιμοποιούσαμε τον μεγάλο νεροχύτη της κουζίνας και κάναμε μπάνιο στη σκάφη, με νερό που ζεσταίναμε στη γκαζιέρα.
Συνήθως κάναμε μπάνιο το Σάββατο, για να είμαστε όλοι έτοιμοι για την Κυριακή. Κάθε Παρασκευή είχαμε γενική καθαριότητα, ετοιμασίες για το κυριακάτικο τραπέζι, που ήταν γεμάτο με καλούδια, στολισμένο με τα λουλούδια της εποχής κι εμείς καθισμένοι γύρω του τρώγαμε καθαροί και περιποιημένοι.
Το να κάνει κανείς μπάνιο, ήταν μεγάλη υπόθεση που απαιτούσε ετοιμασία και προγραμματισμό. Να στηθεί η σκάφη στην κουζίνα, με τον κουβά δίπλα της και τη σφουγγαρίστρα για τα απόνερα, το κατσαρολάκι για τη μίξη του κρύου με το ζεματιστό νερό, το βράσιμο του νερού σ’ ένα μεγάλο τέντζερη – το κρύο νερό το παίρναμε από τη βρύση στο νεροχύτη. Εκεί, σε ειδική θήκη, βάζαμε το σαπούνι, το σφουγγάρι, το χτένι. Σε μια καρέκλα παραδίπλα ήταν διπλωμένες η μεγάλη πετσέτα για το σώμα κι η άλλη η μικρότερη για τα μαλλιά και κάτω από την καρέκλα τα ξύλινα τσόκαρα του μπάνιου. Και παρά κει, σε άλλη καρέκλα, η καθαρή αλλαξιά. Ποτέ δεν ήταν ευχάριστο το πλύσιμο στη σκάφη. Πότε το νερό ήταν πολύ κρύο, πότε πολύ ζεστό και πότε έμπαινε ξαφνικός αέρας που ακουμπώντας το βρεγμένο σώμα ήταν σαν τιμωρία. Ευτυχώς για μας, που η καταγωγή μας είναι από την Πόλη, ο δρόμος μας, η οδός Αριστοτέλους, κατέληγε στα Λουτρά Παράδεισος, δηλαδή στο χαμάμ. Στο τέλος της δεκαετίας του ’50, η Θεσσαλονίκη είχε εν ενεργεία πέντε χαμάμ. Το χαμάμ δεν ήταν μόνο ο τόπος που πλενόμασταν, αλλά και τόπος συνάντησης και αναψυχής. Πηγαίναμε πάντα μια γυναικοπαρέα επτά–οχτώ ατόμων. Εγώ, από τη στιγμή που άρχισα να περπατώ, η μαμά μου, η γιαγιά, η αδερφή της γιαγιάς μου, η νονά μου, η κόρη της, που έχουμε την ίδια ηλικία, η πεθερά της νονάς μου και η κουνιάδα της. Κι αν κάποτε είχαμε φιλοξενούμενες, ερχόταν κι αυτές μαζί μας. Τρεις γενιές γυναικών, που συναντιόμασταν τα Σάββατα στην είσοδο των λουτρών. Το δικό μας το χαμάμ, ήταν ένα από τα πρώτα κτίσματα που έχτισε στη Θεσσαλονίκη ο Σουλτάνος Μουράτ ο δεύτερος, το 1444, χρόνια πριν από τη γέννηση του Κολόμβου. Μετά από πάνω από πέντε αιώνες συνεχούς χρήσης, τώρα έχει γίνει μνημείο, που κατά καιρούς στεγάζει εκθέσεις και μουσικές εκδηλώσεις.
Εγώ και η κόρη της νονάς μου, η Μαίρη, επισκεπτόμαστε όσες φορές έχουμε την ευκαιρία τα λουτρά των παιδικών μας χρόνων που τώρα που λέγονται Μπέη Χαμάμ, είναι ένα μνημείο κρύο, στεγνό και πεθαμένο. Στην καρδιά μας όμως είναι κρυμμένη μιαν άλλη εικόνα.
Με το που περνούσαμε τη μεγάλη πόρτα της εισόδου, μας έπαιρνε από τη μύτη η φρέσκια μυρωδιά του σαπουνιού, του γιασεμιού και του ρόδου. Στο ξύλινο γκισέ που πληρώναμε είσοδο πουλούσαν μοσχοσάπουνα, αλλά εμείς φέρναμε πάντα τα δικά μας. Γιατί για να πάει κανείς στο χαμάμ δεν είναι απλό πράγμα, χρειάζεται προετοιμασία. Πηγαίναμε περπατώντας κάτω από τις καμάρες της Αριστοτέλους, τρία τετράγωνα δρόμο, κουβαλώντας πετσέτες, καθαρές αλλαξιές, πάνινη σακούλα για τα άπλυτα, σαπούνια, τρίφτες, χτένες, ξύλινα τσόκαρα, χάλκινα και μπρούτζινα τάσια. Τα τάσια αυτά είναι παρόμοια με εκείνα που βλέπει κανείς σε αρχαιολογικά μουσεία. Σκεύη στρογγυλά, με υπερυψωμένο κέντρο, όπου, στην κοιλότητα που σχηματίζεται από κάτω, μπαίνουν τα τέσσερα δάχτυλα του χεριού, ενώ ο αντίχειρας αγγίζει το χείλος. Χρησιμεύει για να παίρνει κανείς μ’ αυτό νερό από τις γούρνες και να ξεπλένει κορμί και μαλλιά. Φιάλες τα λεν οι αρχαιολόγοι.
Αφού γδυνόμασταν και αφήναμε τα ρούχα μας στα ξύλινα ντουλαπάκια στα αποδυτήρια, ανεβαίναμε στα τσόκαρα και κλακ κλακ μπαίναμε στον πρώτο χώρο όπου ζεστός και μυρωδάτος αχνός τύλιγε τα γυμνά κορμιά με μια τρυφερή ομίχλη. Περνώντας μέσα από μια μικρή μαρμάρινη πύλη, φτάναμε στο κυρίως μέρος του λουτρού, μέρος παραδεισένιο, με τα νερά να τρέχουν συνεχώς μέσα στις γούρνες και τη μυρωδιά των σαπουνιών να ευφραίνει. Στη μέση του χώρου κάτω από το θόλο, το υπερυψωμένο μαρμάρινο μεγάλο κρεβάτι γεμάτο γυμνά γυναικεία κορμιά, που άλλα ξάπλωναν απολαμβάνοντας κι άλλα έτριβαν με τους τρίφτες το ένα το άλλο κι έχυναν επάνω τους ζεστά νερά. Μέσα στους ατμούς, το πρώτο πράγμα που πρόσεχε κανείς ήταν ο ήχος του νερού, ανάκατος με το βουητό από τις ομιλίες των γυναικών. Και μετά ο ατμός που ανέβαινε ψηλά στο θόλο με τα χρωματιστά παραθυράκια σε σχήμα αστεριών, γινόταν ένα με τις δέσμες του φωτός, χρώματα που χόρευαν κάνοντας τον χώρο μαγικό.
Εμείς τα πιτσιρίκια πάντα καταφέρναμε να ξεγλιστρήσουμε από την προσοχή των μεγάλων. Πετούσαμε τα μικρά μας τσόκαρα, τρέχαμε γύρω –γύρω, τσαλαβουτώντας στις γούρνες των άλλων, πιτσιλώντας τους πάντες, μέχρι που οι μαμάδες μας έβαζαν τις φωνές και καθόμασταν ήσυχες. Λατρεύαμε αυτό τον μικρό παράδεισο, που μέσα του ήταν όλα τα αγαπημένα πρόσωπα της παιδικής ζωής μας, μέρος που το χαιρόμασταν με τις αισθήσεις μας ολάνοιχτες. Μέρος που τα σώματα ήταν αυθεντικά, αληθινά και μαγικά συγχρόνως, χωρίς ρούχα, σκέτα, με μια γύμνια που έλαμπε.
Το χαμάμ είχε κι άλλα δωμάτια παραδίπλα. Στο ένα η ζέστη ήταν ανυπόφορη και δεν με άφηναν να μπω, γιατί τόση ζέστη δεν κάνει καλό στα παιδάκια, ούτε στις ηλικιωμένες. Το άλλο, το μικρό δωμάτιο, είχε στη μέση ένα στενό μαρμάρινο κρεβάτι. Το δωμάτιο αυτό ήταν το άντρο μιας μεγαλόσωμης γυναίκας με μουστάκι, που έκανε μασάζ. Την κρυφοκοιτούσαμε με δέος, παρακολουθώντας την να τρίβει και να μαλάσσει τα γυμνά σώματα και με μια μαύρη φούντα από τρίχες ουράς αλόγου να τα χτυπάει, μέχρι να κοκκινίσουν.
Σταματήσαμε να πηγαίνουμε στο χαμάμ, όταν μετακομίσαμε σε σπίτι που είχε μπάνιο με θερμοσίφωνα. Τώρα μπορούσαμε να πλενόμαστε όποτε θέλαμε, χωρίς όμως να μπορούμε πια να χαρούμε την μαγεία της ατμόσφαιρας του ομαδικού λουτρού.
Άλλωστε, μέχρι τα τέλη του ’70, όλα τα χαμάμ της Θεσσαλονίκης είχαν βάλει λουκέτο.

Σχολιάστε

Start a Blog at WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε