Paul Verlaine

Μετάφραση: Κωστής Παπαζάκ

ΠΑΙΔΙΚΗ ΣΥΖΥΓΟΣ
Δεν κατάλαβες τίποτα από την απλότητά μου,
Τίποτα, καημένο μου παιδί!
Κι είναι μ’ αυτό το γνώριμο προσωπείο, το θλιβερό
Που το βάζεις στα πόδια.

Στα μάτια σου θα ‘πρεπε να λάμπει μόνον η γλυκύτητα,
Ο αντικατοπτρισμός τ’ ουρανού
Αναβλύζει χολή, ω άθλια αδελφή,
Που μας πονάει να δούμε.

Και χειρονομείς με τα μικρά σου χέρια
Σαν αδέξιος πολεμιστής,
Μ’ επιστήθιους αλαλαγμούς, το δύστυχο, αλίμονο!
Εσύ που τραγουδούσες μόνον!

Γιατί σε φόβιζαν οι καταιγίδες κι οι κεραυνοί
Που ξεσπούσαν και βροντούσαν
Και βέλαζες στη μητρική αγκαλιά – ω από τον πόνο! –
Σαν πασχαλινός αμνός.

Και δεν θα έχεις δει το φως και τη φωτιά
Ενός έρωτα μαχητή,
Πολέμιος του πόνου, αιχμάλωτος του πόθου
Ζωντανός μέχρι θανάτου!


CHILD WIFE
Vous n’avez rien compris à ma simplicité,
Rien, ô ma pauvre enfant!
Et c’est avec un front éventé, dépité
Que vous fuyez devant.

Vos yeux qui ne devaient refléter que douceur,
Pauvre cher bleu miroir
Ont pris un ton de fiel, ô lamentable soeur,
Qui nous fait mal à voir.

Et vous gesticulez avec vos petits bras
Comme un héros méchant,
En poussant d’aigres cris poitrinaires, hélas!
Vous qui n’étiez que chant!

Car vous avez eu peur de l’orage et du coeur
Qui grondait et sifflait,
Et vous bêlâtes vers votre mère – ô douleur! –
Comme un triste agnelet.

Et vous n’aurez pas su la lumière et l’honneur
D’un amour brave et fort,
Joyeux dans le malheur, grave dans le bonheur,
Jeune jusqu’à la mort!

Romances sans paroles (1874)


Τ’ ΟΡΦΑΝΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΤΡΑΓΟΥΔΑ:
Έφτασα, πράο κι ορφανό
Με προίκα τα αμυγδαλωτά μου μάτια,
Για τους μεγαλοαστούς:
Ένα κουτορνίθι φάνταζα.

Στα είκοσί μου με παρέσερναν
Πυροφόρες οι ορμές κι
Έβρισκα τις γυναίκες αξιαγάπητες:
Αδιάφορος γι’ αυτές.

Χωρίς σπίτι και φαΐ
Τολμηρός κι αν ήμουν
Ήθελα να εξαφανιστώ:
Ο Χάρος δεν με ήθελε.

Έφτασα εγκαίρως;
Τι κάνω στον κόσμο τούτο;
Πονάω, Κόσμε·
Ελέησον τον φτωχό Γκασπάρντ!


GASPARD HAUSER CHANTE:
Je suis venu, calme orphelin,
Riche de mes seuls yeux tranquilles,
Vers les hommes des grandes villes:
Ils ne m’ont pas trouvé malin.

À vingt ans un trouble nouveau
Sous le nom d’amoureuses flammes
M’a fait trouver belles les femmes:
Elles ne m’ont pas trouvé beau.

Bien que sans patrie et sans roi
Et très brave ne l’étant guère,
J’ai voulu mourir à la guerre:
La mort n’a pas voulu de moi.

Suis-je né trop tôt ou trop tard?
Qu’est-ce que je fais en ce monde?
Ô vous tous, ma peine est profonde;
Priez pour le pauvre Gaspard!

Sagesse (1881)


ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ
Η μουσική πάνω απ ‘όλα,
Και γι’ αυτό να προτιμάς το απροσδιόριστο,
Το πιο ασαφές και το πιο διάσπαρτο στον αέρα,
Χωρίς τίποτα  να το βαρύνει ή να το ορίζει.

Είναι επίσης απαραίτητο
Να επιλέγετε τις λέξεις σας χωρίς καμία περιφρόνηση:
Τίποτα πιο πολύτιμο από το γκρίζο τραγούδι
Όπου το αφηρημένο φέρνει στο συγκεκριμένο.

Είναι τα όμορφα μάτια πίσω από την πλερέζα,
Είναι η μεγάλη τρεμάμενη μέρα του μεσημεριού,
Είναι, από έναν φθινοπωρινό ουρανό,
Η μπλε ακαταστασία των λαμπρών αστεριών!

Επειδή επιπλέον θέλουμε και την απόχρωση,
Όχι το χρώμα, μόνον την απόχρωση!
Ω! η απόχρωση μόνον δεσμεύει
Το όνειρο από τα όνειρα και το φλάουτο από τη φλογέρα!

Απομακρυνθείτε από τη δολοφονική άκρη,
Το άκαμπτο πνεύμα και το ακάθαρτο γέλιο,
Που κάνουν τα μάτια του γαλάζιου να κλαίνε,
Κι όλο αυτό το σκόρδο στο τουρσί!

Πάρτε την ευγλωττία και στρίψτε της  τη γλώσσας!
Θα κάνετε καλό, στη διαδικασία,
Να κάνετε τη ρίμα λίγο ζαλισμένη.
Που θα πάει, δεν θα το δούμε;

Και ποιος θα μιλήσει για τα λάθη της ρίμας;
Ποιο κουφό παιδί ή ποιος τρελός νέγρος
Μας έχει σφυρηλατήσει  αυτό το κόσμημα της μιας δεκάρας
Που κουδουνίζει κούφιο και κάλπικο κάτω από το λήμμα;

Μουσική ξανά και ξανά!
Αφήστε το στίχο σας να γίνει ο ιπτάμενος δίσκος
Που νιώθουμε να δραπετεύει  από μια ψυχή σε άγνωστη τροχιά
Σε άλλους πλανήτες σε άλλες αγκαλιές.

Αφήστε το στίχο σας να γίνει εμπειρία
Σκόρπια από την πρωινή αύρα
Που μοσχοβολά μέντα και θυμάρι…
Κι όλα τ’ άλλα είναι λογοτεχνία.


ART POÉTIQUE
De la musique avant toute chose,
Et pour cela préfère l’Impair
Plus vague et plus soluble dans l’air,
Sans rien en lui qui pèse ou qui pose.

Il faut aussi que tu n’ailles point
Choisir tes mots sans quelque méprise:
Rien de plus cher que la chanson grise
Où l’Indécis au Précis se joint.

C’est des beaux yeux derrière des voiles,
C’est le grand jour tremblant de midi,
C’est, par un ciel d’automne attiédi,
Le bleu fouillis des claires étoiles!

Car nous voulons la Nuance encor,
Pas la Couleur, rien que la nuance!
Oh ! la nuance seule fiance
Le rêve au rêve et la flûte au cor!

Fuis du plus loin la Pointe assassine,
L’Esprit cruel et le Rire impur,
Qui font pleurer les yeux de l’Azur,
Et tout cet ail de basse cuisine!

Prends l’éloquence et tords-lui son cou!
Tu feras bien, en train d’énergie,
De rendre un peu la Rime assagie.
Si l’on n’y veille, elle ira jusqu’où?

O qui dira les torts de la Rime?
Quel enfant sourd ou quel nègre fou
Nous a forgé ce bijou d’un sou
Qui sonne creux et faux sous la lime?

De la musique encore et toujours !
Que ton vers soit la chose envolée
Qu’on sent qui fuit d’une âme en allée
Vers d’autres cieux à d’autres amours.

Que ton vers soit la bonne aventure
Eparse au vent crispé du matin
Qui va fleurant la menthe et le thym…
Et tout le reste est littérature.

Jadis et naguère (1884)


ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΣΤΗ ΣΑΠΦΩ
Ποθητή ερωμένη κι επιδέξιε εραστή
Δοθείτε και γλεντήστε,
Γιορτάστε κι απολαύστε τις σάρκες σας.
Για να πετύχει γνωρίζετε καλά πως,
Και την ομορφιά σας πρέπει να γδύσω
Να τη μεθύσω ασταμάτητα μ’ έν’ αρτ νουβό
Πρόθυμη στο χάδι πάντα έτοιμη.
Φέρνω στη σοφή Σαπφώ.

Αφήστε τη σκέψη μου να καλπάσει και να καταρρεύσει
Σε περιπέτεια, λιγάκι άγρια, σε αναζήτηση
Σκιάς κι οσμής κι ευχάριστης ενασχόλησης
Στις γεύσεις της μυστικής σας δόξας.
Αφήστε την ψυχή του ποιητή να σας παραμονεύει
Παντού εκεί, στο δάσος ή στον αγρό, στην κοιλάδα ή στο βουνό,
Όπως επιθυμείτε κι αν το επιθυμώ.
Φέρνω στη σοφή Σαπφώ.

Θοπεύω το σώμα σου όλο λαίμαργα,
Όλη σου η σάρκα ενάντια στο στιβαρό μου σύμπαν
Που διαστέλλεται και συρρικνώνεται κατά καιρούς,
Ευλογώ τον θρίαμβο και την ήττα
Σε τούτη την κρούση η καρδιά και η κρίση.
Γι’ αυτήν τη στείρα αγκαλιά είναι που το μυαλό
Φτιάχνει τη φύση τόσο ολοκληρωμένη τελικά.
Φέρνω στη σοφή Σαπφώ.

Σκοπός

Πρίγκιπας ή Πριγκίπισσα, έντιμος ή άτιμος,
Που γρυλίζει δίχως τον λόγο του εγώ,
Λυρικός ποιητής ή θεϊκός προαγωγός,
Φέρνω στη σοφή Σαπφώ.


BALLADE SAPPHO
Ma douce main de maîtresse et d’amant
Passe et rit sur ta chère chair en fête,
Rit et jouit de ton jouissement.
Pour la servir tu sais bien qu’elle est faite,
Et ton beau corps faut que je le dévête
Pour l’enivrer sans fin d’un art nouveau
Toujours dans la caresse toujours prête.
Je suis pareil à la grande Sappho.

Laisse ma tête errant et s’abîmant
À l’aventure, un peu farouche, en quête
D’ombre et d’odeur et d’un travail charmant
Vers les saveurs de ta gloire secrète.
Laisse rôder l’âme de ton poète
Partout par là, champ ou bois, mont ou vau,
Comme tu veux et si je le souhaite.
Je suis pareil à la grande Sappho.

Je presse alors tout ton corps goulûment,
Toute ta chair contre mon corps d’athlète
Qui se bande et s’amollit par moment,
Heureux du triomphe et de la défaite
En ce conflit du cœur et de la tête.
Pour la stérile étreinte où le cerveau
Vient faire enfin la nature complète.
Je suis pareil à la grande Sappho.

Envoi

Prince ou princesse, honnête ou malhonnête,
Qui qu’en grogne et quel que soit son niveau,
Trop su poète ou divin proxénète,
Je suis pareil à la grande Sappho.

 ―Parallèlement (1889)


ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΗΜΑΣ
Δόξα σοι ὁ Θεὸς ἡμῶν!
Κύριε ἐλέησον ἡμᾶς.

Τη νίκη και την υπεροχή
Υπέρ των βαρβάρων δώσε μας.
Δόξα σοι ὁ Θεὸς ἡμῶν.

Την πίστη και την υπακοή εμφύσησέ μας
Μακριά από τη φθορά της αμαρτίας.
Κύριε ἐλέησον ἡμᾶς.

Σε ευφρόσυνο οίνο πλάσε μας
Από τις ρόγες της οργής.
Δόξα σοι ὁ Θεὸς ἡμῶν.

Προσκυνούμεν σε,
Δείξε μας το Πιστεύω και το Ευτυχώ
Κύριε ἐλέησον ἡμᾶς.

Δείξε μας από το Σ’ αγαπώ το Ευτυχώ
Σε ικετεύουμε γονυπετείς.
Δόξα σοι ὁ Θεὸς ἡμῶν.

Πατέρα, δείξε μας το Ελπίζω
Κύριε, δείξε μας το Ευτυχώ
Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς.

Δόξα σοι ὁ Θεὸς ἡμῶν!


KYRIE ELEΪSON
Ayez pitié ae nous, Seigneur !
Christ, ayez pitié de nous !

Donnez-nous la victoire et l’honneur
Sur l’ennemi de nous tous.
Ayez pitié de nous, Seigneur.

Rendez-nous plus croyants et plus doux
Loin du Péché suborneur,
Christ, ayez pitié de nous.

Criblez-nous comme fait le vanneur
Du grain dont il est jaloux.
Ayez pitié de nous, Seigneur.

Nous vous en supplions à genoux,
Ouvrez-nous par la Foi et le Bonheur.
Christ, ayez pitié de nous.

Ouvrez-nous par l’Amour le Bonheur,
Nous vous en prions à genoux.
Ayez pitié de nous, Seigneur.

Seigneur, par l’Espérance, ouvrez-nous,
Christ, ouvrez-nous le Bonheur.
Christ, ayez pitié de nous.

Ayez pitié de nous, Seigneur!

Liturgies intimes (1892)

Επίμετρο: Ο Paul Verlaine (Πωλ Βερλαίν) γεννήθηκε στις 30 Μαρτίου του 1844 στο Metz της Γαλλίας. Στην αρχή λειτούργησε ως ποιητής των σαλονιών· παρεκτράπηκε μετά κάτω από την τριπλή επίδραση: ενός δυστυχισμένου έρωτα, του αλκοολισμού και του Baudelaire. Μετά από μια περίοδο ήσυχη, η ζωή του αναστατώθηκε πάλι με τη γνωριμία (1871) του Arthur Rimbaud. Η ταραχώδης και περιπλανώμενη ερωτική τους ζωή στην Αγγλία και το Βέλγιο οδηγεί στη βίαιη σκηνή όπου, στις Βρυξέλλες (1873), ο Verlaine, μ’ ένα περίστροφο, τραυματίζει τον καρπό εκείνου που αποκαλεί «κολασμένο σύντροφό του»: δικάζεται και καταδικάζεται. Εκτίοντας την διετή ποινή στη φυλακή, επανασυνδέεται με τον καθολικισμό της παιδικής του ηλικίας. Επέστρεψε κατόπιν στη Γαλλία και ξανάρχισε τη ζωή της εξαθλίωσης, μια ζωή σημαδεμένη από το ποτό και την ασθένεια καθώς και από τη μακρόχρονη παραμονή στα νοσοκομεία. Επανέρχεται στις Βέλγιο (1884) και δίνει μια σειρά διαλέξεων κάνοντας γνωστούς τους Καταραμένους Ποιητές (Poètes Maudits) και την ποίηση του Arthur Rimbaud. Τo 1894 ανακηρύχθηκε Πρίγκιπας των ποιητών (Prince des poètes), ενώ άγγιζε πλέον το τελευταίο στάδιο της ηθικής κατάπτωσης. Ο Verlaine θεωρείται το αρχέτυπο του καταραμένου ποιητή και αναγνωρίστηκε ως κύριος εκπρόσωπος από την επόμενη γενιά, και χωρίς να το θέλει, έγινε ο ηγέτης του “Κινήματος της παρακμής (Decadence)”, αλλά ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να μείνει πιστός σε μια σχολή. Η ποίησή του διαπνέεται κυρίως από μια έμπνευση συναισθηματική και αισθησιακή. Η νεανική του παρνασσιακή εμπειρία άφησε ωστόσο τα ίχνη της στην κομψότητα και στη χάρη του ρυθμού. Στο ποίημα: Ποιητική Τέχνη (Art poétique) που έγραψε το 1874, υπογράμμιζε τη σημασία που ο ίδιος έδινε στις αξίες του στίχου. Έφυγε από τη ζωή στις 8 Ιανουαρίου του 1896.

Artwork: O Paul Verlaine φωτογραφίζεται από τον Dornac, την 1η Ιανουαρίου 1892, στο "Café François 1er", 69 boulevard Saint-Michel, 5ème arrondissement, Paris

Σχολιάστε

Start a Blog at WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε